ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΘΛΑΣΗ . ΚΟΙΝΩΣ , ΦΤΥΝΟΝΤΑΣ ΑΙΜΑ…

 

πνευμονική θλάσηΗ πνευμονική θλάση είναι ένας όλο και πιο συχνός τραυματισμός σε ελεύθερους δύτες και ψαροτουφεκάδες. Το γεγονός ότι μετά από μια βουτιά κάποιος «φτύνει αίμα» δεν είναι καθόλου φυσιολογικό και το ότι συμβαίνει σε αρκετούς σε κάθε ψάρεμα ή βουτιά δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικό.

Το γεγονός ότι, μετά από θλάσεις πνευμόνων, έχουν γίνει ακτινογραφίες και βρογχοσκοπήσεις χωρίς να δείξουν κάτι παθολογικό, δεν αναιρεί το ανησυχητικό φαινόμενο πως πρόκειται για βλάβη σε πνευμονικό ιστό. Υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν φαίνονται στις συγκεκριμένες εξετάσεις, είτε γιατί αυτές δεν είναι αρκετά ευαίσθητες είτε γιατί οι συγκεκριμένες περιπτώσεις δεν φτάνουν στο σημείο του τραυματισμού.
Δυστυχώς, συχνά ακούμε να αναφέρεται από τον ίδιο τον πάσχοντα το γεγονός, σχεδόν χαριτολογώντας, ειδικά από νέους και απνεϊστικά δυνατούς δύτες. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ενασχόλησή μας με το βυθό πρέπει να μας είναι ευχάριστη, να την απολαμβάνουμε, αλλά δεν πρέπει να υπερβαίνουμε τα όρια που θέτει το σώμα μας. Από τη στιγμή που αιμορραγούμε, κάπου τραυματιστήκαμε…

Γιατί και πώς συμβαίνει
Η πνευμονική θλάση στην ελεύθερη κατάδυση συμβαίνει κατά τη διάρκεια της κατάδυσης και δεν πρέπει να συγχέεται με την πνευμονική θλάση της αυτόνομης κατάδυσης που συμβαίνει στην ανάδυση.
πνευμονική θλάσηΟι πνεύμονες, όπως γνωρίζουμε, περιβάλλονται από το θωρακικό κλωβό. Η εξωτερική πλευρά των πνευμόνων και η εσωτερική πλευρά του θωρακικού τοιχώματος επικαλύπτεται με τον υπεζωκότα. Μέσα σε αυτόν τον υπεζωκοτικό χώρο υπάρχει κενό αέρος και ελάχιστη ποσότητα υγρού που επιτρέπει στους πνεύμονες να ολισθαίνουν πάνω στο θωρακικό τοίχωμα, χωρίς να απομακρύνονται από αυτό. Αντίστοιχη είναι και η εικόνα προς το διάφραγμα. Τα προαναφερθέντα ανατομικά στοιχεία είναι σημαντικά για τη σωστή μηχανική της αναπνοής.
Τι συμβαίνει λοιπόν όταν καταδυόμαστε;
Κατά τη διάρκεια της κατάδυσης συμπιέζονται οι αεροφόροι χώροι στο σώμα μας λόγω της αύξησης της εξωτερικής πίεσης. Αυτό σημαίνει ότι οι πνεύμονες οι οποίοι περιέχουν ένα μεγάλο ποσοστό αέρα και έχουν μεγάλη ελαστικότητα συμπιέζονται και ο όγκος τους μικραίνει. Ο θώρακας, αποτελούμενος από οστά, αρθρώσεις και μύες, αλλά και το διάφραγμα, έχουν μικρότερη ελαστικότητα σε σχέση με τους πνεύμονες.
Σε κάποια στιγμή της κατάδυσης ο θώρακας και το διάφραγμα δεν μπορούν να ακολουθήσουν τη σμίκρυνση των πνευμόνων. Αν συνεχίσουμε να καταδυόμαστε, οι πνεύμονες θα έχουν την τάση να απομακρυνθούν από το θωρακικό τοίχωμα, με αποτέλεσμα να «τραβιούνται». Τη στιγμή που η τάση απομάκρυνσης από το τοίχωμα θα ξεπεράσει την ελαστικότητα των πνευμόνων, ο μαλακός και ευαίσθητος ιστός των πνευμόνων θα υποστεί έναν τραυματισμό.
Με άλλα λόγια, φτάνουμε σε βάθη για τα οποία το σώμα μας δεν είναι έτοιμο, είτε γενικά είτε εκείνη την συγκεκριμένη ημέρα.
Το οριακό βάθος δεν είναι σε κάθε άνθρωπο το ίδιο, ούτε όμως και κάθε μέρα το ίδιο. Εξαρτάται από τη φυσική κατάσταση του ατόμου και την ελαστικότητα των πνευμόνων, του θωρακικού τοιχώματος και του διαφράγματος. Ένας άλλος παράγοντας είναι η εξοικείωση του δύτη με το βάθος. Έτσι, συχνά βλέπουμε πολύ καλά προπονημένους αθλητές, που όλο το χειμώνα είναι στο γυμναστήριο και το κολυμβητήριο, με το που βουτάνε στη θάλασσα να παθαίνουν θλάσεις πνευμόνων πολύ πριν φτάσουν στα απνεϊστικά τους όρια, γιατί απλά το σώμα δεν έχει συνηθίσει το βάθος και την πίεση.
Ό,τι μας κάνει να σφιγγόμαστε αυξάνει τον κίνδυνο να υποστούμε θλάση πνευμόνων, όπως το κρύο, οι διαφραγματικοί σπασμοί, μια δύσκολη εξίσωση και απότομες κινήσεις σε μεγάλα βάθη.

Τα συμπτώματα
Φτάνοντας στο βάθος που αρχίζουμε να νιώθουμε ένα τράβηγμα ή πίεση στο ύψος του διαφράγματος (κάτω και πίσω από το στέρνο), εκεί ακριβώς κινδυνεύουμε να πάθουμε θλάση. Ο πόνος στο σημείο αυτό είναι μια ένδειξη ότι οι πνεύμονες «ταλαιπωρήθηκαν».
Τα κλασικά συμπτώματα είναι ο βήχας, το «σφίξιμο» στο στήθος και η αιμόπτυση. Αυτό θα συμβεί αμέσως μετά την ανάδυση ή και μετά από λίγα λεπτά. Συνήθως το πρώτο που θα νιώσουμε θα είναι ένα μικρό σφίξιμο (σπανίως θα είναι δύσπνοια) στο στήθος που θα οδηγήσει σε βήχα. Με το βήχα θα βγάλουμε και αφρώδη βλέννη αναμιγμένη με αίμα. Η ποσότητα του αίματος μπορεί να ποικίλλει (όπως και γενικά η ένταση των συμπτωμάτων), από το να χρωματιστούν τα πτύελα με λίγο ροζ μέχρι και κατακόκκινο. Αυτό θα συμβεί συχνότερα σε μια βουτιά λίγο δύσκολη, είτε στην εξίσωση, είτε όταν κάνουμε κάτι κουραστικό στο βυθό (ξεβράχωμα, απότομες κινήσεις), αλλά μπορεί και να συμβεί μετά από μια απλή βουτιά.

Οι κίνδυνοι είναι σοβαροί!
Δεν ξέρουμε ακριβώς σε ποιο ύψος του αναπνευστικού συστήματος συμβαίνει η βλάβη. Πιθανότατα προς το τέλος του πνευμονικού δέντρου, στις κυψελίδες, κάτι που συμβαδίζει και με το γεγονός ότι δεν έχουν βρεθεί ευρήματα στις βρογχοσκοπήσεις που έχουν γίνει. Όπως και να έχει, στο σημείο που υπάρχει η βλάβη θα δημιουργηθεί μια ουλή μετά την επούλωσή της, κάτι που θα έχει σαν αποτέλεσμα δύο πράγματα:
1. Στο σημείο της βλάβης ο ιστός δεν είναι πλέον φυσιολογικός και έτσι δεν είναι λειτουργικός. Αυτό σημαίνει ότι αν έχουμε υποστεί πολλές μικρές βλάβες επί σειρά ετών μπορεί να ελαττωθεί σημαντικά το πνευμονικό παρέγχυμα και τελικά να έχουμε μείωση της πνευμονικής λειτουργίας.
2. Η ουλή που δημιουργείται στο σημείο της βλάβης δεν έχει την ίδια ελαστικότητα με το φυσιολογικό πνευμονικό ιστό. Το αποτέλεσμα είναι ότι στην επόμενη βουτιά ο τριγύρω ιστός θα αναγκαστεί να διαταθεί περισσότερο για να καλύψει το κενό της ουλής, με κίνδυνο να τραυματιστεί περισσότερο. Με άλλα λόγια, αν πάθουμε μια φορά πνευμονική θλάση κινδυνεύουμε ευκολότερα να την ξαναπάθουμε, ακόμα και σε καλύτερες συνθήκες βουτιάς.
Όμως πέρα από τον επηρεασμό της πνευμονικής λειτουργίας, η πνευμονική θλάση μπορεί να οδηγήσει και σε εμβολή αέρος, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

πνευμονική θλάσηΗ εμβολή αέρος έχει παρόμοια συμπτώματα με τη νόσο των δυτών και πολλές φορές είναι δύσκολο να διαχωριστεί. Έτσι συχνά αναφέρονται και οι δύο ως «νόσος εξ αποσυμπίεσης» γιατί τα συμπτώματα, αλλά και η θεραπεία, δεν διαφέρουν πολύ.
Ο μηχανισμός της εγκατάστασης είναι διαφορετικός και θα τον περιγράψω εν συντομία. Η κλασική νόσος των δυτών σχετίζεται με το διαλυμένο αδρανές αέριο άζωτο στο σώμα, το οποίο διαλύεται στο αίμα και διαχέεται στους ιστούς κατά την κατάδυση, και στην ανάδυση μπορεί να δημιουργηθούν οι φυσαλίδες αζώτου. Θα έχουμε βλάβες στο σημείο όπου δημιουργήθηκαν οι φυσαλίδες, το οποίο μπορεί να είναι στην περιφέρεια του σώματος, ειδικά σε μεγάλες αρθρώσεις, αλλά μπορεί να είναι και στο κεντρικό νευρικό σύστημα και να ακολουθήσουν βλάβες τύπου ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου, όπως παραλύσεις και άλλες νευρολογικές βλάβες. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως λίγα λεπτά μετά την ανάδυση, έως και κάποιες ώρες, αν και τα περισσότερα από αυτά θα συμβούν μέσα στα πρώτα 30 λεπτά.
Σε αντίθεση με τη νόσο των δυτών, η εμβολή αέρος δεν σχετίζεται με το άζωτο, αλλά με φυσαλίδες αέρος οι οποίες περνούν από τις κυψελίδες απευθείας στο αίμα. Για να συμβεί αυτό πρέπει να έχουμε κάποια βλάβη στον πνευμονικό ιστό, και εδώ συνδέεται η εμβολή αέρος με το κύριο θέμα μας, την πνευμονική θλάση.
Η πνευμονική θλάση μπορεί να αποτελέσει βάση ή, καλύτερα, πύλη εισόδου για το πέρασμα του αέρα από τις κυψελίδες στην κυκλοφορία του αίματος. Ο αέρας περνάει στο αίμα κατά την κατάδυση, όταν η πίεση στους πνεύμονες είναι αυξημένη και οι μικρές -και αθώες στο βάθος- φυσαλίδες διογκώνονται κατά την ανάδυση και μπορούν να φράξουν την κυκλοφορία σε οποιοδήποτε σημείο. Τα τελικά αποτελέσματα μοιάζουν με αυτά της νόσου των δυτών, μόνο που αφορούν κυρίως το κεντρικό νευρικό σύστημα (εγκέφαλο), και τα συμπτώματα συνήθως θα εμφανιστούν ήδη κατά τη διάρκεια της ανάδυσης ή αμέσως μετά, κατά μέσο όρο σίγουρα νωρίτερα απ' ό,τι στη νόσο των δυτών.
Συνοπτικά λοιπόν, με μια θλάση πνευμόνων είμαστε ευάλωτοι στο να πάθουμε εμβολή αέρος, όπου το αποτέλεσμα για το σώμα μας είναι συγκρίσιμο με το ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο.

Πώς αποφεύγεται
ελεύθερη κατάδυσηΤο κυριότερο είναι να μην πιέζουμε το σώμα μας σε βάθη για τα οποία δεν είναι έτοιμο. Πρέπει να μάθουμε να ακούμε το σώμα μας, ως προς τις αντοχές του.
Όταν κάνει ιδιαίτερο κρύο ή εμείς έχουμε κρυώσει, τότε πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι πρέπει να ελαττώσουμε τα μέτρα που βουτάμε. Ακόμη και απνεϊστικά να είμαστε σε φανταστική φόρμα, με το κρύο οι μύες σφίγγουν και ο θώρακας χάνει αισθητά από την ελαστικότητά του, με αποτέλεσμα οι τραυματισμοί στους πνεύμονες να είναι πιο εύκολοι.
Επίσης, αν κάποια μέρα ή σε κάποια βουτιά έχουμε ιδιαίτερα δυνατούς διαφραγματικούς σπασμούς, ειδικά σε μεγάλο βάθος, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και ενδεχομένως να ελαττώσουμε το βάθος. Το ίδιο ισχύει και για δυσκολίες στην εξίσωση. Αν πιέσουμε την εξίσωση σφίγγουμε συχνά όλο το σώμα, και πάλι κινδυνεύουμε να τραυματίσουμε τους πνεύμονες, αν έχουμε φτάσει σε οριακά για την ελαστικότητά μας βάθη. Σε τέτοια βάθη πρέπει να αποφεύγουμε και τις απότομες και βίαιες μεγάλες κινήσεις των άνω άκρων και του κορμού, ιδιαίτερα γιατί η απότομη αλλαγή της στάσης και η μυϊκή δραστηριότητα μπορεί να είναι η αιτία της αλλαγής του χώρου μέσα στο θώρακα και τον τραυματισμό του πνευμονικού ιστού.

Αφού είπαμε τι δεν πρέπει να κάνουμε, πάμε να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να προετοιμάσουμε καλύτερα το σώμα μας για το βάθος. Οι διατάσεις του θώρακος, του διαφράγματος και κατ' επέκταση των πνευμόνων μπορεί σημαντικά να βελτιώσουν την ανοχή μας στο βάθος. Υπάρχει μια σειρά εύκολων σχετικά ασκήσεων οι οποίες άμεσα πριν τη βουτιά θα βοηθήσουν να «μαλακώσει» ο θώρακας, αλλά και κάνοντάς τις καθημερινά να αυξηθεί στο σύνολο η ελαστικότητα του θώρακα και με αυτό και ο όγκος του αέρα που μπορούμε να εισπνεύσουμε.
Οι βουτιές ζεστάματος σε ρηχότερα βάθη από αυτά που θέλουμε να βουτήξουμε τελικά βοηθούν το σώμα να συνηθίσει την αλλαγή της πίεσης. Αλλά και συνολικά πρέπει το βάθος μας να το αυξάνουμε σταδιακά, για να μην ξεπεράσουμε τα όριά μας. Ειδικά όταν έχουμε καιρό (εβδομάδες ή μήνες) να βουτήξουμε, καλό είναι να ξεκινήσουμε ρηχότερα απ' ό,τι βουτάγαμε πριν.

Τι κάνουμε αν «την πάθουμε»

πνευμονική εμβολήΚάνουμε λοιπόν τη βουτιά μας και όταν φτάνουμε στην επιφάνεια έχουμε βήχα και «φτύνουμε αίμα». Δεν υπάρχει λόγος πανικού, αφού δεν κινδυνεύουμε από την αιμορραγία, μιας και η ποσότητα του αίματος που χάνουμε είναι πολύ μικρή. Όμως έχουμε προκαλέσει μια βλάβη στους πνεύμονες. Τι κάνουμε τώρα;
Φυσικά δεν ξαναβουτάμε την ίδια μέρα, αλλά καλό είναι να κάνουμε διακοπή οποιασδήποτε υποβρύχιας δραστηριότητας για τουλάχιστον μία με δύο εβδομάδες. Αν έχουμε οξυγόνο κοντά μας δεν βλάπτει να το εισπνεύσουμε για 10 λεπτά.
Όταν αποφασίσουμε να ξαναβουτήξουμε, πρέπει να μειώσουμε το βάθος, ειδικά αν οι συνθήκες είναι κακές. Δεν ξεχνάμε ότι μετά από μια θλάση πνευμόνων είμαστε πιο ευάλωτοι να υποστούμε παρόμοια βλάβη, οπότε η δράση μας στο νερό πρέπει να είναι ιδιαίτερα συντηρητική.

Ξαναθυμίζω λοιπόν ότι η ενασχόλησή μας με το βυθό πρέπει να είναι διασκέδαση! Πάντα πρέπει να σεβόμαστε το βάθος, αλλά κυρίως το σώμα μας, για να μπορούμε να βουτάμε για πολλά χρόνια ακόμα…

 

 

thalassamedia.gr

1 σχόλια:

Σούλιος Οδυσσέας. είπε...

Τέλη Σεπτεμβρίου 2020, από πτώση πάνω σε μεταλλική δοκό έκανα ρωγμώδες κάταγμα στην 9η ή 8η δεξιά πλευρά. Το κάταγμα δεν φαίνεται στην αξονική, έκλεισε. Φαίνονται όμως κάποιες σκιές στον πναύμωνα τις οποίες οι πνευμονολόγοι ψάχνουν για καρκίνωμα. Πιστεύω ότι είναι θλάσεις του πνεύμωνα και τζάμπα θα υποβληθώ σε βρογχοσκόπηση την 4.1.2021. Έχω πόνο δεξιά, εκεί που έγινε το κάταγμα, και κανένα άλλο σύπτωμα. Ποιός μπορεί να με βοηθήσει να προλάβω να μη κάνω την βρογχοσκόπηση; Πιστεύω ότι είναι θλάση και όχι καρκίνωμα. Το ρέψιμο που παρουσιάζω συνηγορεί στην θλάση και όχι στο καρκίνωμα. Ήμουν και παραμένω υγειέστατος. Ζητώ βοήθεια. Οι πνευμονολόγοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Περιμένω βοήθεια από τον Άγιο Λουκά στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης. Έστειλα ηλεκτρονικά το CD της αξονικής τομογραφίας. Ελπίζω όλα να πάνε καλά.

Δημοσίευση σχολίου

 
Powered by Blogger